συμπερικομίζω
From LSJ
Ζῆθι προσεχόντως ὡς μακρὰν ἐγγὺς βλέπων → Ne temere vivas: specta longa et proxima → Pass auf im Leben: blick auf das, was fern und nah
English (LSJ)
A convey round with, IG11(2).165.6 (Delos, iii B.C.).
Greek Monolingual
Α περικομίζω
περιφέρω κάτι συγχρόνως με κάτι άλλο.