φόωσδε
From LSJ
προγράψαντες οὖν τά τε θεωρήματα καὶ τὰ ἐπιτάγματα τὰ χρεῖαν ἔχοντα εἰς τὰς ἀποδείξιας αὐτῶν μετὰ ταῦτα γραψοῦμές τοι τὰ προκείμενα → having therefore written at the beginning the theorems and the postulates that are necessary for their proofs, we will then write out for you the propositions
German (Pape)
[Seite 1301] adv., aus Licht, Tageslicht, Il.
Greek (Liddell-Scott)
φόωσδε: εἰς τὸ φῶς, εἰς τὸ φῶς τῆς ἡμέρας, Ἰλ. Β. 309, Τ. 103, κλπ.
French (Bailly abrégé)
adv.
à la lumière, au jour avec mouv.
Étymologie: φόως, -δε.
English (Autenrieth)
see φάος.