συσσεισμός
From LSJ
Full diacritics: συσσεισμός | Medium diacritics: συσσεισμός | Low diacritics: συσσεισμός | Capitals: ΣΥΣΣΕΙΣΜΟΣ |
Transliteration A: sysseismós | Transliteration B: sysseismos | Transliteration C: sysseismos | Beta Code: susseismo/s |
ὁ,
A commotion of earth or air, earthquake or hurricane, LXX 3 Ki.19.12, 4 Ki.2.1, Lyd.Ost.44.
συσσεισμός: ὁ, κίνησις ἢ ταραχὴ τῆς γῆς ἢ τοῦ ἀέρος, σεισμός ἢ καταιγίς, λαῖλαψ, συστροφὴ ἀνέμου, Ἑβδ. (Γ΄ Βασιλ. ΙΘ΄, 12, Β΄, 1).