ἀντιπροσεῖπον
From LSJ
πλέων επί οίνοπα πόντον επ' αλλοθρόους ανθρώπους → while sailing over the wine-dark sea to men of strange speech
English (LSJ)
A v. ἀντιπροσαγορεύω.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιπροσεῖπον: ἴδε τὸ ρῆμα ἀντιπροσαγορεύω.
Spanish (DGE)
v. ἀντιπροσαγορεύω.