διαδηλόω
Βλάπτει τὸν ἄνδρα θυμὸς εἰς ὀργὴν πεσών → Nociva res est animus irae traditus → Es schadet, wenn des Mannes Sinn dem Zorn verfällt
English (LSJ)
A make manifest, indicate clearly, PRev. Laws 16.17 (iii B. C.), J.BJ6.9.3, Plu.Caes.6, D.L.4.46, S.E.M.7.87, D.C.40.17.
German (Pape)
[Seite 576] ganz deutlich machen, offenbaren, Plut. Caes. 7; D. L. 4, 46; Ios.
Greek (Liddell-Scott)
διαδηλόω: ποιῶ κατάδηλον, φανερώνω ἐντελῶς, Πλούτ. Καίσ. 6, Διογ. Λ. 4. 46, Ἰώσηπ. Ι. Π. 6. 9, 3.
French (Bailly abrégé)
-ῶ :
impf. διεδήλουν;
rendre tout à fait évident.
Étymologie: διάδηλος.
Spanish (DGE)
I tr.
1 mostrar, evidenciar, poner de manifiesto c. interr. indir. (ἡ νοῦσος) ἐν ταύτῃσι ἡμέρῃσι διαδηλοῖ εἰ θανάσιμος ἢ οὔ Hp.Int.39
•c. ac. de abstr. τὴν ἀκμὴν τῆς πόλεως διαδηλῶσαι Νέρωνι I.BI 6.422, cf. D.L.4.46, ὥσπερ οὐδὲ ἐκεῖνα (τὰ ὑποκείμενα) τὴν ἀλλήλων διαδηλοῖ φύσιν S.E.M.7.87, cf. D.C.40.17.2, 43.35.3, ἡδεῖαν διαδηλοῖ φύσιν Aristid.Quint.116.23, cf. 19
•representar gráficamente διεδήλου δὲ γράμμασι τὰ Κιμβρικὰ κατορθώματα Plu.Caes.6.
2 ref. al lenguaje, oral o escrito manifestar, dar a conocer διαδηλοῦντες ὅσον ἦν τὸ π[εριὸν ἐκ] τοῦ ἐπάνω χρόνου PRev.Laws 16.17 (III a.C.), cf. PVindob.Boswinkel 1.15 (I d.C.), πάντα ἀλλήλοις διεδήλουν D.C.46.36.5, τὰ ... πλείω ἐς σανίδας γράφων διηδέλου D.C.60.13.5.
II intr. manifestarse διαδηλοῖ δὲ ταῦτα ἐν τῇσιν ἑπτὰ ἡμέρῃσιν Hp.Morb.1.26, cf. 3.15.