Βίος βίου δεόμενος οὐκ ἔστιν βίος → Non est vitalis vita victus indigens → Kein Leben ist ein Leben ohne Unterhalt
[Seite 798] ίδος, ἡ, ναῦς, Wachtschiff, Thuc. 1, 117 u. Sp.
ίδος
adj. f.
ναῦς THC vaisseau placé en vedette.
Étymologie: προφυλάσσω.
-ίδος, ἡ, Α
(ενν. ναῡς) πλοίο που έχει ταχθεί ως προφυλακή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < προφυλακή + επίθημα -ίς, -ίδος].