ἐτητυμία

From LSJ
Revision as of 23:04, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (4)

θάνατος οὐθὲν πρὸς ἡμᾶς, ἐπειδήπερ ὅταν μὲν ἡμεῖς ὦμεν, ὁ θάνατος οὐ πάρεστιν, ὅταν δὲ ὁ θάνατος παρῇ, τόθ' ἡμεῖς οὐκ ἐσμέν. → Death is nothing to us, since when we are, death has not come, and when death has come, we are not.

Epicurus, Letter to Menoeceus
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐτητῠμία Medium diacritics: ἐτητυμία Low diacritics: ετητυμία Capitals: ΕΤΗΤΥΜΙΑ
Transliteration A: etētymía Transliteration B: etētymia Transliteration C: etitymia Beta Code: e)thtumi/a

English (LSJ)

poet. ἐτητυμίη, ἡ,

   A truth, Call.Aet.3.1.76, AP9.771 (Jul.), Max.462, Orph.Fr.280.7.

German (Pape)

[Seite 1052] ἡ, die Aechtheit, Wahrheit, Iul. Aeg. 33 (IX, 771); Nonn.

Greek (Liddell-Scott)

ἐτητῠμία: ἡ, ἀλήθεια, Ἀνθ. Π. 9. 771, Νόνν. Εὐαγγ. κ. Ἰω. 7. 69.

Greek Monolingual

ἐτητυμία και ποιητ. τ. ἐτητυμίη, ἡ (Α) ετήτυμος
αλήθεια, γνησιότητα.

Greek Monotonic

ἐτητῠμία: ἡ, αλήθεια, γνησιότητα, αυθεντικότητα, σε Ανθ.