προαφηγέομαι

From LSJ
Revision as of 18:56, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (6)

Λεύσσετε, Θήβης οἱ κοιρανίδαι τὴν βασιλειδᾶν μούνην λοιπήν, οἷα πρὸς οἵων ἀνδρῶν πάσχω → See, you leaders of Thebes, what sorts of things I, its last princess, suffer at the hands of such men

Sophocles, Antigone, 940-942
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προαφηγέομαι Medium diacritics: προαφηγέομαι Low diacritics: προαφηγέομαι Capitals: ΠΡΟΑΦΗΓΕΟΜΑΙ
Transliteration A: proaphēgéomai Transliteration B: proaphēgeomai Transliteration C: proafigeomai Beta Code: proafhge/omai

English (LSJ)

Ion. προαπηγ-,

   A relate before, τὴν συμφορήν Hdt.3.138, cf. PMasp.89.24 (vi.A.D.).

German (Pape)

[Seite 709] ion. προαπηγ., dep. med., vorher erzählen, Her. 3, 138 u. Sp., wie Synes.

Greek (Liddell-Scott)

προαφηγέομαι: Ἰων. προαπηγ-, ἀποθετ., διηγοῦμαι πρότερον, τὴν συμφορὴν Ἡρόδ. 3. 138. ― Ἴδε Χ. Χαριτωνίδου Ποικίλα Φιλολογ. Α΄, σ. 258, 263.

French (Bailly abrégé)

-οῦμαι;
exposer auparavant.
Étymologie: πρό, ἀφηγέομαι.

Greek Monotonic

προαφηγέομαι: Ιων. προ-απηγ-, μέλ. -ήσομαι, αποθ., αφηγούμαι από πριν, σε Ηρόδ.