διαί

From LSJ
Revision as of 20:40, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3)

Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch

Menander, Monostichoi, 562
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διαί Medium diacritics: διαί Low diacritics: διαι Capitals: ΔΙΑΙ
Transliteration A: diaí Transliteration B: diai Transliteration C: diai Beta Code: diai/

English (LSJ)

διαιβολία,

   A v. διά, διαβολία.

German (Pape)

[Seite 579] poet. = διά, Aesch. Ag. 448 u. öfter.

Greek (Liddell-Scott)

διαί: διαιβολία, ἴδε ἐν λ. διαβολία.

French (Bailly abrégé)

prép.
c. διά.

Spanish (DGE)

v. διά.

Greek Monolingual

διαί (Α)
ποιητ. τ. της πρόθεσης διά.
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. διά].

Greek Monotonic

διαί: διαιβολία, ποιητ. αντί διά, διαβολία.