ἀποδειλίασις

From LSJ
Revision as of 21:24, 30 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (3)

Ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → It is impossible to know the spirit, thought, and mind of any man before he be versed in sovereignty and the laws

Sophocles, Antigone, 175-7
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποδειλίᾱσις Medium diacritics: ἀποδειλίασις Low diacritics: αποδειλίασις Capitals: ΑΠΟΔΕΙΛΙΑΣΙΣ
Transliteration A: apodeilíasis Transliteration B: apodeiliasis Transliteration C: apodeiliasis Beta Code: a)podeili/asis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A cowardice, Plb.3.103.2; ἀ.πρόστινα Plu.Alex. 13.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποδειλίᾱσις: -εως, ἡ, τὸ ἀποδειλιᾶν, μεγάλη δειλία, φόβος καὶ τρόμος, Πολύβ. 3. 103, 2· ἀπ. πρός τινα Πλουτ. Ἀλέξ. 13.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
crainte, lâcheté.
Étymologie: ἀποδειλιάω.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
cobardía Plb.3.103.2, Plb.35.4.4, πρὸς Ἰνδούς Plu.Alex.13.

Greek Monolingual

ἀποδειλίασις, η (Α)
η μεγάλη δειλία.

Greek Monotonic

ἀποδειλίᾱσις: -εως, ἡ, μεγάλη δειλία, υπερβολικός φόβος, σε Πλούτ.