Λύπης ἰατρός ἐστιν ἀνθρώποις λόγος → Maeroris unica medicina oratio → für Menschen ist der Trauer Arzt allein das Wort
3ᵉ sg. sbj. ao.2 épq. de ἵημι;dat. pl. fém. ion. de ὅς.
ᾗσι: Επικ. αντί ᾗ, γʹ ενικ. υποτακτ. αορ. βʹ του ἵημι.