Δέσποινα γὰρ γέροντι νυμφίῳ γυνή → Mulier fit domina sponso, simulac senuerit → Die Frau beherrscht, sobald er alt, den Bräutigam
Menander, Monostichoi, 129
Greek (Liddell-Scott)
θήῃς: ἴδε τὸ ῥῆμα τίθημι.
French (Bailly abrégé)
2ᵉ sg. sbj. ao.2 épq. de τίθημι.
English (Autenrieth)
see τίθημι.
Greek Monotonic
θήῃς: Επικ. αντί θῇς, βʹ ενικ. υποτ. αορ. βʹ του τίθημι.