ψευδόμενος οὐδεὶς λανθάνει πολὺν χρόνον → nobody lies for a long time without being discovered
[Seite 1424] nach Hesych. = ἱέραξ.
κέρκαξ: ὁ· «ἱέραξ» Ἡσύχ.
κέρκαξ, -ακος, ὁ (Α) κέρκος(κατά τον Ησύχ.) «ἱέραξ».