ἀλλὰ τί ἦ μοι ταῦτα περὶ δρῦν ἢ περὶ πέτρην → why all this about trees and rocks, why all these things we have nothing to do with
(I)
ὁ, και ὠδόν, τὸ, Α
(δωρ. τ.) βλ. οὐδός (Ι).———————— (II)
ὁ, ἡ, (Α, ᾠδός)
1. αοιδός
2. ποτήρι με κρασί που έδινε ο ένας στον άλλο τραγουδώντας συμποτικά τραγούδια.
[ΕΤΥΜΟΛ. Συνηρημένος τ. του ἀοιδός (< ἀείδω «τραγουδώ»)].