πολυτονικός

From LSJ
Revision as of 12:19, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (33)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

ὡς οὐ δικαίως θάνατον ἔχθουσιν βροτοί, ὅσπερ μέγιστον ῥῦμα τῶν πολλῶν κακῶν → since unjustly men hate death, which is the greatest defence against their many ills

Source

Greek Monolingual

-ή, -ό, Ν
φρ. «πολυτονικό σύστημα»
γραμμ. παλαιότερος τρόπος γραφής τών λέξεων, κατά τον οποίο χρησιμοποιούνταν στον τονισμό τών λέξεων τα πνεύματα και η περισπωμένη, δηλ. όλα τα τονικά σημεία της Αρχαίας Ελληνικής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πολυ- + τονικός (< τόνος), πρβλ. μονο-τονικός.