ввергать
From LSJ
εἰσβάλλω ;; ἐσβάλλω ;; βάλλω ;; ἐνσείω ;; καταπρηνόομαι ;; καθορμίζω ;; ἐπιβάσκω ;; κατάγω ;; συνάπτω ;; ἐμβαίνω ;; ἐξωθέω ;; κατακλείω ;; κατακληΐω ;; κατακλῄω ;; κατακλάζω ;; ἐξοκέλλω ;; στυφελίζω ;; καθίστημι ;; βυθίζω ;; ἰάλλω ;; ῥάσσω ;; ῥάττω ;; ἐνίημι ;; ἐνδέω ;; ποιέω