колеблющийся
Russian > Greek
παλίνδρομος ;; διαπορητικός ;; ἀμφίβουλος ;; εὐμετάστατος ;; διχόθυμος ;; δίψυχος ;; ἀπορητικός ;; σφαλερός ;; ἀμφιβόητος ;; πλάγιος ;; ὑγρός
παλίνδρομος ;; διαπορητικός ;; ἀμφίβουλος ;; εὐμετάστατος ;; διχόθυμος ;; δίψυχος ;; ἀπορητικός ;; σφαλερός ;; ἀμφιβόητος ;; πλάγιος ;; ὑγρός