εὐγραμμία

From LSJ
Revision as of 07:14, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (14)

γέλως τὰ σεμνὰ τοῦ βίου τοῖς σώφροσιν → pompous things in life make men of sound mind laugh (Menander)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: εὐγραμμία Medium diacritics: εὐγραμμία Low diacritics: ευγραμμία Capitals: ΕΥΓΡΑΜΜΙΑ
Transliteration A: eugrammía Transliteration B: eugrammia Transliteration C: evgrammia Beta Code: eu)grammi/a

English (LSJ)

ἡ,

   A good design, of figures in tapestry, Callix.2.

German (Pape)

[Seite 1060] ἡ, schöne Zeichnung, Ath. V, 197 b.

Greek (Liddell-Scott)

εὐγραμμία: ἡ, ἡ ὡραιότης ἰχνογραφήματος, Ἀθήν. 197Β.

Greek Monolingual

η (Α εὐγραμμία) εύγραμμος
νεοελλ.
αρμονική διάταξη τών γραμμών του σώματος
αρχ.
η ωραιότητα, η κομψότητα τών γραμμών διακοσμητικού σχεδίου.