προλογισμός
From LSJ
κῆπος κεκλεισμένος, ἀδελφή μου νύμφη, κῆπος κεκλεισμένος, πηγὴ ἐσφραγισμένη (Song of Solomon 4:12) → A garden locked is my sister bride, a garden locked, a fountain sealed (LXX) | A garden enclosed is my sister, my spouse; a spring shut up, a fountain sealed (KJV)
English (LSJ)
ὁ,
A previous consideration, Hierocl.in CA18p.460M.
Greek Monolingual
ὁ, Α προλογίζομαι
προηγούμενος στοχασμός, συλλογισμός.