Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

ἀλφιτεία

From LSJ
Revision as of 06:51, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (3)

Οὐκ ἔστιν αἰσχρὸν ἀγνοοῦντα μανθάνειν → Non est inhonestum ea, quae nescis, discere → nicht schändlich ist's, dass einer lernt, was er nicht weiß

Menander, Monostichoi, 405
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀλφῐτεία Medium diacritics: ἀλφιτεία Low diacritics: αλφιτεία Capitals: ΑΛΦΙΤΕΙΑ
Transliteration A: alphiteía Transliteration B: alphiteia Transliteration C: alfiteia Beta Code: a)lfitei/a

English (LSJ)

ἡ,

   A preparing of ἄλφιτα, Hyp.Fr.225 (ἀλφίτια codd. Poll.), Poll.7.18.

German (Pape)

[Seite 112] ἡ, Gerstengraupenbereitung, Poll. 7, 18.

Greek (Liddell-Scott)

ἀλφῐτεία: ἡ, ἀλφιτοποιΐα, Ὑπερείδ. παρὰ Πολυδ. 6. 37, πρβλ. 7. 18: - ἀλφῐτεῖον, τό, μύλος πρὸς ἄλεσιν ἀλφίτων, Πολυδ. 3. 78., 7. 19, Α. Β. 261: - ἀλφῐτεύς, έως, ὁ, μυλωθρὸς ἀλέθων κριθάς, Πολυδ. 7. 18. - ἀλφῐτεύω = ἀλέθω κριθάς· ἴδε ἐν λ. ἀλφηστεύω.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
préparation de la farine.
Étymologie: ἀλφιτεύς.

Spanish (DGE)

(ἀλφῐτεία) -ας, ἡ
fabricación de harina de cebada Hyp.Fr.225, Poll.7.18. • DMic.: a-pi-te-ja (?).

Greek Monolingual

ἀλφίτεια, η [[[ἀλφιτεύς]]]
στη Μυκηναϊκή η λέξη απαντά σε πινακίδα από την Πύλο και δηλώνει γυναικείο επάγγελμα
σημαίνει πιθανότατα ό,τι και το ἀλφιτεὺς (μυλωνάς), του οποίου είναι το αντίστοιχο θηλυκό (δοτική ενικού a-pi-te-ja).

Greek Monolingual

ἀλφιτεία, η (Α) ἀλφιτεύω
η αλφιτοποιία.