ἰσοκλεής

From LSJ
Revision as of 07:19, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (18)

σκληρόν σοι πρὸς κέντρα λακτίζειν → it is hard for thee to kick against the pricks, it is hard for you to kick against the goads

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἰσοκλεής Medium diacritics: ἰσοκλεής Low diacritics: ισοκλεής Capitals: ΙΣΟΚΛΕΗΣ
Transliteration A: isokleḗs Transliteration B: isokleēs Transliteration C: isokleis Beta Code: i)sokleh/s

English (LSJ)

ές,

   A equal in glory, Hsch., Phot.

German (Pape)

[Seite 1264] ές, an Ruhm gleich, Sp.

Greek (Liddell-Scott)

ἰσοκλεής: -ές, ἴσον ἔχων κλέος, ἴσην ἔχων δόξαν, ἰσόδοξος, Εὐσέβ. ΙΙ. 60Α, Καισάριος 1024. - Ἐπίρρ. ἰσοκλεῶς, Νικ. Χων. θησ. ὀρθοδ. σ. 256-7, ἔκδ. Μί.

Greek Monolingual

ἰσοκλεής, -ές (Α)
αυτός που έχει ίση δόξα με άλλον, ισόδοξος.
επίρρ...
ἰσοκλεῶς (Μ)
με ισοκλεή τρόπο, με ίση δόξα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ἰσ(ο)- + -κλεής (< κλέος), πρβλ. κακο-κλεής, μεγαλο-κλεής].