προνοητεύω
From LSJ
Ζῆθι προσεχόντως ὡς μακρὰν ἐγγὺς βλέπων → Ne temere vivas: specta longa et proxima → Pass auf im Leben: blick auf das, was fern und nah
English (LSJ)
A hold the office of προνοητής, CIG2639 (Cyprus).
Greek Monolingual
Α προνοητής
είμαι κυβερνήτης, διοικητής πόλης.