ὤκιστος
From LSJ
Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)
Δίκαιος ἐὰν ᾖς, πανταχοῦ τῷ τρόπῳ χρήσῃ νόμῳ († λαληθήσῃ) → Si iustus es pro lege tibi mores erunt → Bist du gerecht, ist dein Charakter dir Gesetz (wirst du in aller Munde sein)
Full diacritics: ὤκιστος | Medium diacritics: ὤκιστος | Low diacritics: ώκιστος | Capitals: ΩΚΙΣΤΟΣ |
Transliteration A: ṓkistos | Transliteration B: ōkistos | Transliteration C: okistos | Beta Code: w)/kistos |
old Sup. of ὠκύς (q. v.).
ὤκιστος: ὠκίων, ἀνώμαλον ὑπερθ. καὶ συγκρ. τοῦ ὠκύς.
v. ὠκύς.
see ὠκύς.
ὤκιστος: ὠκίων, ανώμαλος υπερθ. και συγκρ. του ὠκύς.