ὀπισθοτονία

From LSJ
Revision as of 12:10, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (29)

Θεὸς πέφυκεν, ὅστις οὐδὲν δρᾷ κακόν → Deus est, qui nihil admisit umquam in se mali → Es ist ein göttlich Wesen, wer nichts Schlechtes tut

Menander, Monostichoi, 234
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ὀπισθοτονία Medium diacritics: ὀπισθοτονία Low diacritics: οπισθοτονία Capitals: ΟΠΙΣΘΟΤΟΝΙΑ
Transliteration A: opisthotonía Transliteration B: opisthotonia Transliteration C: opisthotonia Beta Code: o)pisqotoni/a

English (LSJ)

ἡ,

   A a disease in which the body is drawn back and stiffens, tetanic recurvation, Cael.Aur.CP3.61.

German (Pape)

[Seite 358] ἡ, eine Krankheit, durch welche die Glieder nach hinten gezogen werden und steif werden, Hippocr.

Greek (Liddell-Scott)

ὀπισθοτονία: ἡ, νόσος καθ’ ἣν τὰ μέλη τοῦ σώματος τεινόμενα κάμπτονται πρὸς τὰ ὀπίσω καὶ ἀποσκληρύνονται, εἶδος τετάνου, τὸ τοῦ Πλινίου dolor inflexibilis, Cael. Aurel.

Greek Monolingual

ὀπισθοτονία, ἡ (Α) οπισθότονος
νόσος κατά την οποία τα μέλη του σώματος, όταν τεντώνουν, κάμπτονται προς τα πίσω και σκληραίνουν.