κρυπταδίῃ φιλότητι μιγήμεναι → lie with him in secret love, join with him in secret love
και ήσκα και ύσκα, η (ΑΜ ἴσκα και ὕσκα)1. κοινή ονομασία μύκητα που αναπτύσσεται κυρίως πάνω σε οξιές, βαλανιδιές και καρυδιές2. η ξεραμένη σάρκα του ομώνυμου μύκητα η οποία χρησιμοποιείται ως προσάναμμα.[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ.].