ἀγαθῇ γὰρ μοίρᾳ ἄξεσθε ἡσυχίαν → for with good fortune you will live in peace
ἀδικοπήμων, -ον (Α)αυτός που άδικα βλάπτει.[ΕΤΥΜΟΛ. < ἀδικο- + -πήμων < πῆμα (= πάθημα, δυστύχημα, συμφορά)].