αιγυπτιολόγος

Revision as of 10:50, 23 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Greek Monolingual

ο, η
ο ειδικός επιστήμονας που ασχολείται με την αιγυπτιολογία.
[ΕΤΥΜΟΛ. < Αιγύπτιος + -λόγος < λέγω, πρβλ. γαλλ. egyptologue].