στερεοβάτης

From LSJ
Revision as of 23:00, 11 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")

νὴ Δί᾿, ὦ φίλη γύναι, λεγε → yes, dear lady, speak | yes, dear lady, do speak up

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: στερεοβάτης Medium diacritics: στερεοβάτης Low diacritics: στερεοβάτης Capitals: ΣΤΕΡΕΟΒΑΤΗΣ
Transliteration A: stereobátēs Transliteration B: stereobatēs Transliteration C: stereovatis Beta Code: stereoba/ths

English (LSJ)

[ᾰ], ου, ὁ,    A foundation course of a building, Vitr.3.4.1.

Greek (Liddell-Scott)

στερεοβάτης: -ου, ὁ, ὁ βαίνων στερεῶς, σταθερῶς, λέξις ἀρχιτεκτονική, Vitruv. de archit. ΙΙΙ. 4. 1.

Greek Monolingual

ο, ΝΑ
νεοελλ.
αρχιτ. βάθρο χωρίς εξέχουσες γλυφές
αρχ.
θεμέλιο οικοδομής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < στερεός + -βάτης (< βαίνω), πρβλ. ἐρημο-βάτης.