ἡπατοσκοπία
From LSJ
καὶ ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ → and a man's foes shall be they of his own household (Micah 7:6, Matthew 10:36)
English (LSJ)
ἡ, A inspecting of the liver, Hdn.8.3.7.
German (Pape)
[Seite 1173] ἡ, Leberbesichtigung u. Weissagung darnach, Hdn. 8, 3, 17; K. S.
Greek (Liddell-Scott)
ἡπᾰτοσκοπία: ἡ, μαντικὴ παρατήρησις, ἐξέτασις τοῦ ἥπατος, Ἡρωδιαν. 8. 3, 17.
Greek Monolingual
ἡπατοσκοπία, ή (Α) ηπατοσκόπος
η μαντεία από την παρατήρηση του ήπατος.