ἐξαπίναιος
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
English (LSJ)
proparox., or ἐξαπιναῖος, α, ον, or ος, ον, A = ἐξαιφνίδιος (sudden, unexpected), Hp.Acut.28, X.Hier.10.6, Plb.25.2.1, Call.Jov.50, Ruf. ap. Orib.6.38.25. Adv. -ως Hp.Art.43, Th.3.3, al.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξαπίναιος: ἢ ἐξᾰπῐναῖος, α, ον, ἢ ος, ον, = ἐξαιφνίδιος, Ἱππ. π. Διαίτ. Ὀξ. 388, Ξεν. Ἱέρων 10, 6, Πολύβ. 26. 6, 1, Καλλ. εἰς Δία 50. - Ἐπίρρ. -ως, Ἱππ. π. Ἄρθρ. 808, Θουκ. 3. 3, κ. ἀλλ.
Spanish (DGE)
(ἐξᾰπίναιος) -α, -ον
• Alolema(s): fem. -η Hp.Acut.37; -αῖος, -ον Hp.Acut.28, Hp.Mul.2.138; Plb.25.2.1
• Prosodia: [-ῐ-]
adv. graf. -ινέως Thdt.HE 2.30.5
1 repentino, imprevisto τὰ ἐξαπιναῖα δῆλα τῶν νουσημάτων Hp.Mul.l.c., αἱ ἐξαπιναῖοι μεταβολαί Hp.Acut.28, ὁ ἄρτος θερμὸς ... παρέχει καὶ ἐξαπιναίην πληθώρην Hp.Acut.37, πολεμίων ἔφοδοι X.Hier.10.6, cf. Plb.l.c., φόβοι Aen.Tact.27.6, ἔργα Call.Iou.50, ἐκδιαίτησις Ph.2.160, συμβολή I.BI 1.369, ἐπιδρομαί I.BI 3.116, διάρροια Ruf. en Orib.6.38.25
•neutr. subst. τὰ ἐξαπίναια τάραχον ἐξεργάζεται lo repentino produce confusión X.Eq.9.4, ὑπό τε τοῦ παρὰ π[ροσ] δοκίαν ἐξαπιναίου τυπ[τόμ] ενοι Phld.Elect.19.10.
2 adv. -ως repentinamente πέμπουσιν ἐ. ... ναῦς Th.3.3, cf. Thdt.l.c.
•de golpe, a la vez ὅπως ... ἐ. ἀφήσουσι (τὴν κλίμακα) de modo que dejen caer de golpe (la escalera) Hp.Art.43.
Greek Monotonic
ἐξαπίναιος: -α, -ον ή -ος, -ον, = ἐξαιφνίδιος, σε Ξεν.· επίρρ. -ως, σε Θουκ.
Middle Liddell
ἐξαπίναιος, η, ον adj adj = ἐξαιφνίδιος, Xen.] [adv. -ως Thuc.] [from ἐξᾰπί˘νης]
sudden, unexpected.