Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

διεθνοποίηση

From LSJ
Revision as of 07:04, 29 September 2017 by Spiros (talk | contribs) (9)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Ξένους ξένιζε, καὶ σὺ γὰρ ξένος γ' ἔσῃ (μήποτε ξένος γένῃ) → Bene hospiti fac: tu quoque hospes fors eris → Bewirte Gäste, denn auch du bist einmal Gast

Menander, Monostichoi, 400

Greek Monolingual

η
1. το να γίνεται ένα ζήτημα διεθνές
2. (για κράτη) η διακυβέρνηση από διεθνή επιτροπή.
[ΕΤΥΜΟΛ. Απόδοση στα Ελλ. ξεν. όρου
πρβλ. αγγλ. και γαλλ. internationalisation. Η λ. μαρτυρείται από το 1887 στην εφημερίδα Αιών].