θεσμοφόριος

From LSJ
Revision as of 09:40, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Καλὸν τὸ γηρᾶν καὶ τὸ μὴ γηρᾶν πάλιν → Res pulchra senium, pulchra non senescere → Schön ist das Altsein, doch nicht alt sein wieder auch

Menander, Monostichoi, 283
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: θεσμοφόριος Medium diacritics: θεσμοφόριος Low diacritics: θεσμοφόριος Capitals: ΘΕΣΜΟΦΟΡΙΟΣ
Transliteration A: thesmophórios Transliteration B: thesmophorios Transliteration C: thesmoforios Beta Code: qesmofo/rios

English (LSJ)

ὁ, demoticon at Memphis, Mitteis Chr. 29.5 (ii B.C.); at Alexandria, Supp.Epigr.2.866. II (sc. μήν) name of month at Rhodes, IG12(1).3.5; in Crete, GDI5149.58.

Greek Monolingual

θεσμοφόριος, -ον (Α)
1. το αρσ. ως ουσ. ὁ Θεσμοφόριος
ονομασία μήνα στους Ροδίους
2. το ουδ. ως ουσ. τὸ θεσμοφόριον ή θεσμοφορεῑον
ναός της Θεσμοφόρου Δήμητρος στον οποίο τελούνταν τα θεσμοφόρια
3. φρ. «θεσμοφόριον μέτρον» — είδος δακτυλικού μέτρου.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θεσμός + -φόριος (< -φόρος < φέρω), πρβλ. δαφνη-φόριος, ξυλο-φόριος].