construction
From LSJ
Σοφῷ παρ' ἀνδρὶ (Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς) πρῶτος εὑρέθη λόγος → Apud sapientem inventa est ratio primitus → Bei einem weisen Mann fand man zuerst Vernunft
English > Greek (Woodhouse)
substantive
act of building: P. οἰκοδομία, ἡ, οἰκοδόμησις, ἡ, κατασκευή, ἡ.
composition, putting together: P. and V. σύνθεσις, ἡ.
framework, organisation: P. and V. κατάστασις, ἡ, κατασκευή, ἡ (once Eur.), P. σύνταξις, ἡ, σύστασις, ἡ.
making: P. ἐργασία, ἡ, ποίησις, ἡ, δημιουργία, ἡ.
interpretation: P. ἑρμηνεία, ἡ.