περικαλίνδησις

From LSJ
Revision as of 20:03, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

τὸ κατὰ τὴν τῆς αὑτοῦ ψυχῆς ἐπίταξιν τὰ γιγνόμενα γίγνεσθαι, μάλιστα μὲν ἅπαντα, εἰ δὲ μή, τά γε ἀνθρώπινα → the desire that, if possible, everything,—or failing that, all that is humanly possible—should happen in accordance with the demands of one's own heart

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περικᾰλίνδησις Medium diacritics: περικαλίνδησις Low diacritics: περικαλίνδησις Capitals: ΠΕΡΙΚΑΛΙΝΔΗΣΙΣ
Transliteration A: perikalíndēsis Transliteration B: perikalindēsis Transliteration C: perikalindisis Beta Code: perikali/ndhsis

English (LSJ)

εως, ἡ, A rolling about, Plu.2.919a (pl.).

German (Pape)

[Seite 578] ἡ, = περικυλίνδησις, Plut. qu. nat. 28.

Greek (Liddell-Scott)

περικᾰλίνδησις: ἡ, = περικυλίνδησις, Πλούτ. 2. 919Α.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action de rouler autour.
Étymologie: περί, καλινδέομαι.

Greek Monolingual

-ήσεως, ἡ, Α
περιστροφή, περικυλίνδησις.
[ΕΤΥΜΟΛ. < περι- + καλίνδησις «κύλισμα»].

Russian (Dvoretsky)

περικᾰλίνδησις: εως ἡ перекатывание, катание Plut.