μεσεγγύωμα

From LSJ
Revision as of 17:07, 1 February 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " v.l. " to " v.l. ")

οὔ ποτ' εἶμι τοῖς φυτεύσασίν γ' ὁμοῦ → I will never meet thοse who begat me

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μεσεγγῠωμα Medium diacritics: μεσεγγύωμα Low diacritics: μεσεγγύωμα Capitals: ΜΕΣΕΓΓΥΩΜΑ
Transliteration A: mesengýōma Transliteration B: mesengyōma Transliteration C: meseggyoma Beta Code: meseggu/wma

English (LSJ)

ατος, τό, A = μεσεγγύημα, v.l. in Isoc.12.13.

German (Pape)

[Seite 137] τό, s. μεσεγγύημα.

Greek (Liddell-Scott)

μεσεγγύωμα: τό, = μεσεγγύημα, Ἰσοκρ. 235G Bekk.

French (Bailly abrégé)

ατος (τό) :
c. μεσεγγύημα.

Greek Monolingual

μεσεγγύωμα, -ατος, τὸ (Α)
βλ. μεσεγγύημα.

Russian (Dvoretsky)

μεσεγγύωμα: τό Isocr. = μεσεγγύημα.