νεκροκορίνθια

From LSJ
Revision as of 15:55, 30 December 2020 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")

ὑπὸ δὲ οἴστρου ἀεὶ ἑλκομένη ψυχή → a soul always dragged along by the fury of passion

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: νεκροκορίνθια Medium diacritics: νεκροκορίνθια Low diacritics: νεκροκορίνθια Capitals: ΝΕΚΡΟΚΟΡΙΝΘΙΑ
Transliteration A: nekrokorínthia Transliteration B: nekrokorinthia Transliteration C: nekrokorinthia Beta Code: nekrokori/nqia

English (LSJ)

τά, A vases dug out of the tombs of Corinth, Str.8.6.23.

German (Pape)

[Seite 237] τά, nannte man in Rom die aus den Gräbern in Korinth ausgegrabenen Aschenkrüge von künstlicher Arbeit, Strab. 8, 6, 23.

Greek (Liddell-Scott)

νεκροκορίνθια: τά, ἐν Ρώμῃ ἐλέγοντο οὕτω τὰ ἐκ τῶν ἐν Κορίνθῳ τάφων ληφθέντα τορεύματα καὶ μάλιστα τὰ ὀστράκινα, Στράβ. 381.

Greek Monolingual

νεκροκορίνθια, τὰ (Α)
(στη Ρώμη) πήλινα αγγεία που είχαν εξαχθεί από τους τάφους της Κορίνθου και είχαν μεταφερθεί στη Ρώμη.

Greek Monotonic

νεκροκορίνθια: τά, τεφροδόχοι υδρίες από τους τάφους της Κορίνθου που μεταφέρθηκαν στη Ρώμη, σε Στράβ.

Middle Liddell

νεκρο-κορίνθια, ων, τά,
the cinerary urns dug out of the tombs of Corinth, Strab.