ἐεισάμην
From LSJ
ὁ Σιμωνίδης τὴν μὲν ζωγραφίαν ποίησιν σιωπῶσαν προσαγορεύει, τὴν δὲ ποίησιν ζωγραφίαν λαλοῦσαν → Simonides relates that a picture is a silent poem, and a poem a speaking picture | Simonides, however, calls painting inarticulate poetry and poetry articulate painting
English (LSJ)
ἐείσαο, part. ἐεισάμενος, Ep. aor. of εἴδομαι, A v. Εἴδω:— but ἐείσατο, ἐεισάσθην, v. εἴσομαι 11.
German (Pape)
[Seite 717] ep. = εἰσάμην, zu εἶδον.
Greek (Liddell-Scott)
ἐεισάμην: ἐείσαο, μετοχ. ἐεισάμενος, Ἐπ. ἀόρ. τοῦ εἴδομαι· ἴδε *εἴδω.
Greek Monotonic
ἐεισάμην: -αο, Επικ. αόρ. του εἴδομαι (βλ. εἴδω Α)· μτχ. ἐεισάμενος.