ἐννεάπολις
From LSJ
κακοὶ μάρτυρες ἀνθρώποισιν ὀφθαλμοὶ καὶ ὦτα βαρβάρους ψυχὰς ἐχόντων → eyes and ears are poor witnesses for men if their souls do not understand the language (Heraclitus Phil.: Fr. B 107; Testimonia: Fragment 16, line 6)
English (LSJ)
A having nine cities, Πύλος Sch.Od.3.7.
German (Pape)
[Seite 847] mit neun Städten, Schol. Od. 3, 7.
Spanish (DGE)
-εως que abarca nueve ciudades Πύλος Sch.Od.3.7.
Greek Monolingual
ἐννεάπολις, η (Α)
αυτός που έχει, που περιλαμβάνει ή που απαρτίζεται από εννέα πόλεις.