Ληναγέτας
From LSJ
Ὅμηρον ἐξ Ὁμήρου σαφηνίζειν → explain Homer from Homer, explain Homer with Homer
English (LSJ)
α, ὁ, (Λῆναι) A leader of Bacchanals, θοᾶν Ληναγέτα Βακχᾶν BMus.Inscr.902 (Halic., iii B.C.).
Greek Monolingual
Ληναγέτας, ὁ (Α)
ο αρχηγός της πομπής τών Βακχών που βρίσκονταν σε έκσταση.
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < Λῆναι + -ᾱγέτας (δωρ. τ. του -αγέτης< ἄγω). Το -ᾱ- του τ. οφείλεται στη λειτουργία του νόμου της εκτάσεως εν συνθέσει].