κυκύϊζα

From LSJ
Revision as of 08:46, 6 September 2022 by Spiros (talk | contribs)

ἰὼ, σκότος, ἐμὸν φάος, ἔρεβος ὦ φαεννότατον, ὡς ἐμοί, ἕλεσθ' ἕλεσθέ μ' οἰκήτορα → ah, darkness that is my light, gloom that is most bright for me, take me, take me to dwell in you

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κυκύϊζα Medium diacritics: κυκύϊζα Low diacritics: κυκύϊζα Capitals: ΚΥΚΥΪΖΑ
Transliteration A: kykýïza Transliteration B: kykuiza Transliteration C: kykyiza Beta Code: kuku/i+za

English (LSJ)

γλυκεῖα κολόκυντα, and κύκυον· τὸν σικυόν, Hsch.; cf. Lat. cucumis.

Greek (Liddell-Scott)

κυκύϊζα: «γλυκεῖα κολόκυντα» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

κυκύϊζα (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «γλυκεῑα κολόκυντα».
[ΕΤΥΜΟΛ. Οι γλώσσες του Ησυχίου κυκύϊζα και κύκυον είναι αβέβαιης ετυμολ. Προβληματική η σύνδεσή τους με το σικυός «αγγούρι». Κατ' άλλη άποψη, συνδέονται με το λατ. cucumis «αγγούρι»].