δεκαγράμματος
From LSJ
ξένῳ δὲ σιγᾶν κρεῖττον ἢ κεκραγέναι → it's better for a stranger to keep silence than to shout (Menander)
English (LSJ)
f.l. for ἑνδεκα-, Ath.10.455b.
German (Pape)
[Seite 542] aus zehn Buchstaben bestehend, Ath. X, 455 b.
Greek (Liddell-Scott)
δεκαγράμματος: -ον, ὁ ἐκ δέκα γραμμάτων συγκείμενος, Ἀθήν. 455Β· ἀλλ’ ἡ ἔννοια ἀπαιτεῖ: ἑνδεκαγρ-
Spanish (DGE)
-ον
métr. de diez letras de un pie métrico, Ath.455b (cód.).
Greek Monolingual
-η, -ο (Α δεκαγράμματος, -ον)
αυτός που αποτελείται από δέκα γράμματα.