κάτοδος
From LSJ
Σοφῷ παρ' ἀνδρὶ (Σοφοῦ παρ' ἀνδρὸς) πρῶτος εὑρέθη λόγος → Apud sapientem inventa est ratio primitus → Bei einem weisen Mann fand man zuerst Vernunft
English (LSJ)
Ionic for κάθοδος.
German (Pape)
[Seite 1402] ἡ, ion. = κάθοδος, Her.
Greek (Liddell-Scott)
κάτοδος: ἡ, Ἰων. ἀντὶ τοῦ κάθοδος, ὃ ἴδε.
French (Bailly abrégé)
ion. c. κάθοδος.
Greek Monolingual
κάτοδος, ἡ (Α)
ιων. τ. βλ. κάθοδος.
Russian (Dvoretsky)
κάτοδος: ἡ ион. = κάθοδος.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
κάτοδος -ου, ὁ Ion. voor κάθοδος.