προσδέκομαι
From LSJ
Κύριε, βοήθησον τὸν δοῦλον σου Νῖλον κτλ. → Lord, help your slave Nilos ... (mosaic inscription from 4th-cent. church in the Negev)
English (LSJ)
Ionic for προσδέχομαι.
Greek (Liddell-Scott)
προσδέκομαι: Ἰων. ἀντὶ προσδέχομαι, ὃ ἴδε.
French (Bailly abrégé)
ion. c. προσδέχομαι.
Greek Monolingual
Α
ιων. τ. βλ. προσδέχομαι.
Russian (Dvoretsky)
προσδέκομαι: ион. = προσδέχομαι.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
προσδέκομαι zie προσδέχομαι.