ἤπερ

Revision as of 10:54, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

English (LSJ)

poet. ἠέπερ, (ἤ) than at all, than even, after a Comp., v. (A).

German (Pape)

[Seite 1174] poet. ἠέπερ, als etwa, als selbst, Il. 1, 260 u. öfter, wie Her. u. A.

Greek (Liddell-Scott)

ἤπερ: ποιητ. ἠέπερ, (ἢ) ἢ παρά, μετὰ συγκρ., Ὅμ. Ἠρόδ.

French (Bailly abrégé)

poét. ἠέπερ;
conj.
que.
Étymologie:ou ἠέ, περ.

English (Autenrieth)

see ἤ, ἠέ.

English (Strong)

from ἤ and περ; than at all (or than perhaps, than indeed): than.

Greek Monolingual

(I)
ἤπερ και ποιητ. τ. ἠέπερ (Α)
ή ακόμη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < + περ].
(II)
ᾗπερ (Α)
επίρρ. με τον ίδιο τρόπο, όπως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < + περ].

Greek Monotonic

ἤπερ: ποιητ. ἠέ-περ (ἤ), παρά· με συγκρ., σε Όμηρ.

Russian (Dvoretsky)

ἤπερ: эп. ἠέπερ нежели, чем Her.: τοῦ ἐγὼ καὶ μᾶλλον ὀδύρομαι ἤ. ἐκεινου Hom. о том я тревожусь еще больше, чем об этом.

Middle Liddell

[ἤ]
than at all, than even, Hom.

Chinese

原文音譯:½per 誒-胚而
詞類次數:連詞(1)
原文字根:或-恰好
字義溯源:過於,比較;由()*=或)與(περ)=多,果然)組成;而 (περ)出自(πέραν)=那邊), (πέραν)出自(πειράω)X*=刺)
出現次數:總共(1);約(1)
譯字彙編
1) 過(1) 約12:43