κοσμοπληθής

From LSJ
Revision as of 02:06, 24 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")

Ἢ μὴ γάμει τὸ σύνολον ἢ γαμῶν κράτει → Aut caelebs vive aut dominus uxori tuae → Bleib ledig oder herrsche über deine Frau

Menander, Monostichoi, 215
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κοσμοπληθής Medium diacritics: κοσμοπληθής Low diacritics: κοσμοπληθής Capitals: ΚΟΣΜΟΠΛΗΘΗΣ
Transliteration A: kosmoplēthḗs Transliteration B: kosmoplēthēs Transliteration C: kosmoplithis Beta Code: kosmoplhqh/s

English (LSJ)

ές, filling the world, κατακλυσμός LXX 4 Ma.15.31.

Greek (Liddell-Scott)

κοσμοπληθής: -ές, ὁ πληρῶν τὸν κόσμον, κατακλυσμὸς Δ΄ Μακκ. ιε΄, 31.

Greek Monolingual

κοσμοπληθής, -ές (Α)
αυτός που γεμίζει όλο τον κόσμο («ἐν τῷ κοσμοπληθεῑ κατακλυσμῷ», ΠΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κοσμ(ο)- + -πληθής (< πλῆθος), πρβλ. θυμοπληθής, οινοπληθής].