συνομήθης

From LSJ
Revision as of 16:53, 24 November 2022 by Spiros (talk | contribs) (pape replacement)

Ὅτ' εὐτυχεῖς, μάλιστα μὴ φρόνει μέγα → Minus insolesce, quo magis res prosperae → Wenn du im Glück bist, brüste dich am wenigsten

Menander, Monostichoi, 432
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνομήθης Medium diacritics: συνομήθης Low diacritics: συνομήθης Capitals: ΣΥΝΟΜΗΘΗΣ
Transliteration A: synomḗthēs Transliteration B: synomēthēs Transliteration C: synomithis Beta Code: sunomh/qhs

English (LSJ)

ες, = συνήθης, AP6.206 (Antip. Sid.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συνομήθης -ες vertrouwd. AP 6.206.9.

Russian (Dvoretsky)

συνομήθης: сжившийся, свыкшийся (ἅλικες Anth.).

Greek Monolingual

-όμηθες, Α
(ποιητ. τ.) συνήθης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + ὁμήθης«συνήθης»].

Greek Monotonic

συνομήθης: -ες, = συνήθης, σε Ανθ.

Greek (Liddell-Scott)

συνομήθης: -ες, = συνήθης, συνομήθεις ἅλικες οὐρανίῃ δῷρα Κυθηριάδι Ἀνθ. Π. 6. 206.

Middle Liddell

συν-ομήθης, ες = συνήθης, Anth.]

German (Pape)

ες, = συνήθης, Antip.Sid. 21 (VI.206).