τηλεφεγγής
From LSJ
κρείσσων ἐναρχόμενος βοηθῶν καρδίᾳ τοῦ ἐπαγγελλομένου καὶ εἰς ἐλπίδα ἄγοντος· δένδρον γὰρ ζωῆς ἐπιθυμία ἀγαθή (Proverbs 13.12 LXX) → One who sincerely sets about helping is better than one who makes promises leading to hope; for a kindly urge is a tree of life.
German (Pape)
[Seite 1106] ές, weit leuchtend, Psell. de lapid. 4.
Greek (Liddell-Scott)
τηλεφεγγής: -ές, ὁ φέγγων εἰς μακρὰν ἀπόστασιν, Ψελλ. π. Λίθ. 4.
Greek Monolingual
-ές, Μ
αυτός που φέγγει σε μακρινή απόσταση.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τηλ(ε)- + φεγγής (< φέγγος), πρβλ. ἀει-φεγγής].