υστερότοκος
From LSJ
οὗτος μὲν ὁ πιθανώτερος τῶν λόγων εἴρηται, δεῖ δὲ καὶ τὸν ἧσσον πιθανόν, ἐπεί γε δὴ λέγεται, ῥηθῆναι → this is the most credible of the stories told; but I must relate the less credible tale also, since they tell it
Greek Monolingual
-η, -ο / ὑστερότοκος, -ον, ΝΜ
αυτός που γεννήθηκε τελευταίος, το στερνοπαίδι
νεοελλ.
ο δευτερογενής.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὕστερος + -τοκος (< τόκος < τίκτω «γεννώ»), πρβλ. πρωτό-τοκος].