κανθηλικός

From LSJ
Revision as of 14:40, 22 December 2021 by Spiros (talk | contribs)

ναύτης ὁ ἐν τῇ νηῒ μένων βούλεται τοὺς τέτταρας φίλους ἰδεῖν → the sailor staying on the ship wants to see his four friends

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κανθηλικός Medium diacritics: κανθηλικός Low diacritics: κανθηλικός Capitals: ΚΑΝΘΗΛΙΚΟΣ
Transliteration A: kanthēlikós Transliteration B: kanthēlikos Transliteration C: kanthilikos Beta Code: kanqhliko/s

English (LSJ)

ή, όν, belonging to a pack saddle, σαγή prob. in PGoodsp.Cair.30xxxviii 16 (ii A. D.).

Greek Monolingual

κανθηλικός, -ή, -όν (Α) κανθήλιον
αυτός που αναφέρεται στο κανθήλιο, στον όνο («τιμή σάγης κανθηλικῆς» — αξία σάγματος, σαμαριού όνου].