κανθηλικός

From LSJ

Ἐκ τῶν πόνων τοι τἀγάθ' αὔξεται βροτοῖς → Crescunt labore cuncta bona mortalibus → Das Gute wächst den Sterblichen aus ihrem Müh'n

Menander, Monostichoi, 149
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κανθηλικός Medium diacritics: κανθηλικός Low diacritics: κανθηλικός Capitals: ΚΑΝΘΗΛΙΚΟΣ
Transliteration A: kanthēlikós Transliteration B: kanthēlikos Transliteration C: kanthilikos Beta Code: kanqhliko/s

English (LSJ)

κανθηλική, κανθηλικόν, belonging to a pack saddle, σαγή prob. in PGoodsp.Cair.30xxxviii 16 (ii A. D.).

Greek Monolingual

κανθηλικός, -ή, -όν (Α) κανθήλιον
αυτός που αναφέρεται στο κανθήλιο, στον όνο («τιμή σάγης κανθηλικῆς» — αξία σάγματος, σαμαριού όνου].